Από τη συλλογή διηγημάτων του «Τρεις άδειες καρέκλες»
Παπαγεωργίου Βασίλης
Ο άλλος χαμογέλασε, ρίξαντας μια ντροπερή ματιά προς τα μένα.
— Ο θείος μου, μου κάνει, απ’ την Γκιώνα. Είχ’ έρθει να μας δει και τώρα
φεύγει. Τάχει με τον Δήμαρχο!
Απομείναμε οι δυο μας… Αραιοί οι επιβάτες και διάσπαρτοι, ενώ και η «Ταχεία»
ξεκινούσε. Αυτός σταυροκοπήθηκε: «Αϊλιά μ’»… τον άκουσα.
Κοίταξα τον άνθρωπό μου καλύτερα. Στην κεφάλα του αψηλά – ίδια η υδρόγειος! –