Μάνος Χατζιδάκις, 85 χρόνια από τη γέννησή του

»  LamiaNews

Αν ζούσε σήμερα θα ήταν 85 ετών και ποιος ξέρει πόσα αριστουργήματα θα μας είχε ακόμα χαρίσει. Ο λόγος για τον αξέχαστο Μάνο Χατζιδάκι, τον ιδιοφυή συνθέτη και ξεχωριστό άνθρωπο, που γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1925.
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στην Ξάνθη. Η μητέρα του ήταν από την Αδριανούπολη και ο πατέρας του από το χωριό Μύρθιο του Ρεθύμνου. Όπως λέει και ο ίδιος, “είμαι ένα γέννημα δύο ανθρώπων που καθώς γνωρίζω δεν συνεργάστηκαν ποτέ, εκτός από τη στιγμή που αποφάσισαν την κατασκευή μου. Γι’ αυτό και περιέχω μέσα μου χιλιάδες αντιθέσεις κι όλες τις δυσκολίες του Θεού”. Το 1932, μετά τον χωρισμό των γονιών του, μετακόμισε στην Αθήνα μαζί με τη μητέρα και την αδελφή του […]

Δύο γεγονότα, ο θάνατος του πατέρα του το 1938 σε αεροπορικό δυστύχημα και η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, δημιούργησαν οικονομικές δυσκολίες στην οικογένεια του Χατζιδάκι, εξαναγκάζοντας τον ίδιο να εργαστεί από αρκετά νέος. Έκανε διάφορες δουλειές, από φορτοεκφορτωτής στον Πειραιά μέχρι βοηθός νοσοκόμος στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο.

Η μουσική του εκπαίδευση, που περιελάμβανε μαθήματα πιάνου, βιολιού και ακορντεόν, είχε ξεκινήσει ήδη από ηλικία τεσσάρων ετών. Την συνέχισε την περίοδο 1940-1943 με τον μουσικό, συνθέτη, διευθυντή ορχηστρών και ακαδημαϊκό Μενέλαο Παλλάντιο, ενώ παράλληλα ξεκίνησε και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες όμως δεν ολοκλήρωσε.

Την ίδια εποχή άρχισε να γνωρίζεται και με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, όπως ο Γιώργος Σεφέρης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Μάριος Πλωρίτης, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Γκάτσος, με τον οποίο θα παραμείνει φίλος μέχρι το τέλος της ζωής του.

Ως συνθέτης πρωτοεμφανίστηκε το 1944 όταν έγραψε τη μουσική του έργου “Τελευταίος Ασπροκόρακας” του Αλέξη Σολωμού, που ανέβηκε στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Ένα έργο στο οποίο έπαιζαν η Αλέκα Κατσέλη (η οποία εμφανιζόταν για πρώτη φορά και τραγούδησε και ένα τραγούδι του), ο Γιάννης Γκιωνάκης, ο Δημήτρης Νικολαΐδης, ο Λυκούργος Καλλέργης, ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και η Βάσω Μεταξά. Στη σχολή του Θεάτρου θα παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής, που όμως δεν θα συνεχίσει μετά από προτροπή του ίδιου του Κουν. Με το Θέατρο Τέχνης θα συνεργαστεί περίπου δεκαπέντε χρόνια. Θα γράψει μουσική για πολλά έργα όπως “Γυάλινος Κόσμος” (1946), “Αντιγόνη” (1947), “Ματωμένος Γάμος” (1948), “Λεωφορείον ο Πόθος” (1948), “Ο θάνατος του Εμποράκου” (1949) κ.α.

Την πρώτη του μουσική για τον κινηματογράφο συνέθεσε το 1946 για την ταινία “Αδούλωτοι Σκλάβοι” του Βίωνα Παπαμιχάλη, στην οποία έκανε και την πρώτη κινηματογραφική της εμφάνιση η Έλλη Λαμπέτη. Τα επόμενα χρόνια θα συνεχίσει να γράφει μουσική για ελληνικές ή ξένες ταινίες, όπως “Στέλλα”, “Δράκος”, “Μια ζωή την έχουμε”, “Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο”, “Ιστορία μιας κάλπικης λίρας”, “Αλίμονο στους νέους”, “Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο”, “Μανταλένα”, “Χτυποκάρδια στο θρανίο”, “Αμέρικα Αμέρικα”, “Sweet movie”, “Ήσυχες Μέρες του Αυγούστου” και άλλες. Επίσης, έγραψε μουσική για δύο ντοκιμαντέρ του Ζακ-Υβ Κουστό.

Κέρδισε δύο χρονιές το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης, με το “Κάπου υπάρχει η αγάπη μου” (1959) και το “Κυπαρισσάκι” (1960), τα οποία τραγούδησε η Νανά Μούσχουρη.

Το 1961 τιμήθηκε με το Βραβείο Όσκαρ για “Τα παιδιά του Πειραιά” που ερμήνευσε η Μελίνα Μερκούρη στην ταινία “Ποτέ την Κυριακή” του Ζιλ Ντασέν, το οποίο περιλαμβάνεται στα δέκα πιο εμπορικά τραγούδια του 20ού αιώνα. Ένα χρόνο νωρίτερα, το 1960, είχε κερδίσει στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης βραβείο για τη μουσική της ταινίας “Το ποτάμι” του Νίκου Κούνδουρου.

Ο Χατζιδάκις υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος και καλλιτεχνικός διευθυντής του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου με το οποίο παρουσίασε τα μπαλέτα “Μαρσύας” (1950), “Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές” (1951), “Το Καταραμένο Φίδι” (1951) και “Ερημιά” (1958). Παράλληλα ασχολήθηκε με τις αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες, γράφοντας μουσική για τα έργα “Χοηφόρες” (1950), “Μήδεια” (1956), “Κύκλωπας” (1959), “Βάκχες” (1962), “Εκκλησιάζουσες” (1956), “Λυσιστράτη” (1957), “Όρνιθες” (1959).

Στις 31 Ιανουαρίου 1949 έδωσε στο Θέατρο Τέχνης μια διάλεξη για το ρεμπέτικο τραγούδι, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων στη συντηρητική ελληνική κοινωνία.

Το 1962 ανέβηκε στο θέατρο “Μετροπόλιταν” η ιστορική παράσταση “Οδός Ονείρων” σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού και μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Παράλληλα κυκλοφόρησε και ο ομώνυμος δίσκος με τα τραγούδια της παράστασης. Κλασικά κομμάτια όπως “Ηθοποιός” με τον Δημήτρη Χορν, η “Μαύρη Φορντ” με τη Μάρω Κοντού, “Το τρένο” με τη Ζωή Φυτούση, “Μανούλα μου” με τον Λάκη Παππά και πολλά άλλα περιλαμβάνονται σ’ αυτόν.

Το 1963 ίδρυσε και διεύθυνε την “Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών” με την οποία έδωσε 20 συναυλίες μέχρι το 1966, παρουσιάζοντας έργα ελλήνων συνθετών.

Το 1966 ανέβασε στο Μπρόντγουεϊ με τον Ζιλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του “Ποτέ την Κυριακή” με τον τίτλο “Illya Darling”. Έζησε στη Νέα Υόρκη μέχρι το 1972, όπου έγραψε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του, όπως το “Reflections” σε συνεργασία με το συγκρότημα New York Rock and Roll Ensemble, αποτέλεσμα της επιρροής του από την ποπ μουσική. Επίσης εκεί ξεκίνησε τη σύνθεση λιμπρέτων για τρία μουσικά έργα (“Μεταμορφώσεις”, “Όπερα για Πέντε”, “Ντελικανής”) και ηχογράφησε το “Χαμόγελο της Τζοκόντας”.

Ο “Μεγάλος Ερωτικός” ηχογραφήθηκε στα στούντιο της Κολούμπια από τις 16 Σεπτεμβρίου έως τις 29 Νοεμβρίου του 1972. Πρόκειται για έναν κύκλο τραγουδιών σε ποίηση των Ελύτη, Γκάτσου, Καβάφη, Σολωμού, Σαπφούς, Μυρτιώτισσας, Σαραντάρη, Πρεβελάκη, Χορτάτζη και Σολομώντα και ερμηνευτές τη Φλέρυ Νταντωνάκη και τον Δημήτρη Ψαριανό. Όπως λέει ο ίδιος, τα τραγούδια του δίσκου “γράφτηκαν πρώτ’ απ’ όλα για να επικοινωνήσω εγώ ο ίδιος με όλα τα ελληνικά πρόσωπα που αγαπώ βαθιά, αυτά που γνώρισα, αυτά που θα γνωρίσω κι αυτά που δεν θα μπορέσω ποτέ μου να γνωρίσω. Κι ακόμη, μες απ’ αυτά, να ενωθώ με την ψυχή του τόπου μου σε μια λειτουργία αθάνατη, ερωτική κι ελληνική”.

Διορίστηκε Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Λυρικής Σκηνής (1975-1977), Διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας (1975-1982) και Διευθυντής του κρατικού ραδιοσταθμού Τρίτο Πρόγραμμα, το οποίο σφράγισε με την παρουσία του.

Το 1979 ξεκίνησαν στα Ανώγεια της Κρήτης οι “Μουσικές Γιορτές” που καθιέρωσε ο Μάνος Χατζιδάκις. Διήρκεσαν τρία χρόνια και περιελάμβαναν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Το 1980 οργάνωσε το καλλιτεχνικό φεστιβάλ “Μουσικός Αύγουστος” στο Ηράκλειο της Κρήτης, με στόχο την παρουσίαση νέων καλλιτεχνικών ρευμάτων όχι μόνο στη μουσική, αλλά και στον χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο.

Τις δύο επόμενες χρονιές, 1981 και 1982, διοργάνωσε τους “Μουσικούς Αγώνες” στην Κέρκυρα, έναν διαγωνισμό για νέους συνθέτες. Εκεί πρωτοεμφανίστηκαν ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχα, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο Βασίλης Νικολαΐδης, ο Κλέων Αντωνίου, ο Πέτρος Δουρδουμπάκης και πολλοί ακόμα. Επίσης, στους Αγώνες της Κέρκυρας συμμετείχαν και καλλιτέχνες που είχαν κάνει ήδη δίσκους, όπως ο Σταύρος Παπασταύρου, ο Βασίλης Λέκκας, ο Βαγγέλης Γερμανός, ο Λάκης Παπαδόπουλος η Σαββίνα Γιαννάτου κ.α.

Μεταξύ 1985 και 1986 εξέδωσε το πολιτιστικό περιοδικό “Το Τέταρτο” (1985-1986) και το 1985 ίδρυσε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία “Σείριος”, η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα.

Το 1989 ο Χατζιδάκις ίδρυσε την “Ορχήστρα των Χρωμάτων”, την οποία διηύθυνε μέχρι το τέλος της ζωής του. Η πρώτη εμφάνιση της ορχήστρας έγινε στην αίθουσα “Παλλάς” στην Αθήνα, στις 23 Νοεμβρίου του 1989. Επιθυμία του ιδρυτή της ήταν η ορχήστρα να παρουσιάζει πρωτότυπα προγράμματα και έργα που δεν καλύπτονταν από τις συμβατικές συμφωνικές ορχήστρες.

Τελευταία συναυλία που διηύθυνε ήταν στις 22 Φεβρουαρίου 1993 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, με τον τίτλο “Διαμαρτυρία κατά του Νεοναζισμού”.

Ο Μάνος Χατζιδάκις έφυγε από τη ζωή στις 15 Ιουνίου 1994.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.